- υποφθαδόν
- Αεπίρρ. εκ τών προτέρων, προηγουμένως.[ΕΤΥΜΟΛ. < ὑπ(ο)-* + φθάνω + επιρρμ. κατάλ. -δον (πρβλ. παρα-φθα-δόν)].
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
ὑποφθαδόν — striving to be first indeclform (adverb) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
παραφθαδόν — Α επίρρ. 1. (με γεν.) προφθάνοντας, προφθαστά 2. ανταγωνιστικά. [ΕΤΥΜΟΛ. < παρ(α) * + θ. φθαν τού φθάνω + επιρρμ. κατάλ. δόν (πρβλ. υποφθαδόν)] … Dictionary of Greek